Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

περίεργα πράγματα


Ξυπνάω στο σπίτι μου στο χωριό και βγαίνω στο μπαλκόνι αφού πρώτα έχω ενστικτωδώς ντυθεί, πράγμα που παραδέχομαι δεν είναι σπάνιο, έχω δείξει μέχρι και τους φρονιμίτες μου σε όλη την γειτονιά και παρατηρώ ότι γύρω μου κάτι περίεργο συμβαίνει. Είναι όμως νωρίς ακόμα και εκτός του ότι στο μυαλό μου δεν έχουν φορτωθεί όλα τα δεδομένα, τα βλέπω ακόμα όλα θολά και έντονα! Ντυμένος πια και με το μυαλό μου να επεξεργάζεται μόνο δεδομένα του τύπου μιλάω και δεν γκαρίζω ή δεν κατουράω τους γείτονες παρά μόνο στην κλασσικά αναχρονιστική τουαλέτα μας, κατευθύνομαι προς την πλατεία. Όλα μου φαίνονται ακόμα πολύ καθημερινά αλλά και συγχρόνως υπερβολικά συνηθισμένα. Λείπει ταυτοχρόνως όμως κάτι από την ατμόσφαιρα, κοιτάζοντας αριστερά δεξιά καθώς περπατώ προς την ίδια κατεύθυνση αναρωτιέμαι ξαφνικά “που είναι όλοι”;
Φτάνοντας στην πλατεία αναζητώ τον μοναδικό μηχανικό για να φορτώσει τα, ακόμη άδεια, δεδομένα μου. Κάθομαι και ζητώ στον Γιώργο να μου φέρει ένα καφέ γλυκό με λιγάκι γάλα, εκεί άμεσα έχω την πρώτη αντίδραση του μυαλού, αν και υποκειμενική, “αν πιεις καφέ γλυκό θα παχύνεις!!!”, “Γιώργο καν’ τονε μωρέ μέτριο” λέω αυτόματα, την ίδια στιγμή ο κόσμος που ακόμη βρίσκομαι γεμίζει από τα θεία.
Ακόμα όμως κάτι συνεχίζει να μην πάει καλά. Παρατηρώ το γύρω περιβάλλον συγχέοντας το στο μυαλό μου με εικόνες και μουσικές βιτρό! Μάλιστα...
Στην συνέχεια βλέπω στο βάθος, βασικά πρέπει να γίνεται κάτι σαν αντιπολεμική διαδήλωση ή να υπάρχει μια διαφωνία μεταξύ μερικών στην πλατεία ή ακόμη χειρότερα, αυτά να γίνονται μαζί, την ίδια στιγμή αναρωτιέμαι κάπως άκομψα! “Ρε Γιώργο περιμένω τόση ώρα σε αυτό το κωλοτραπέζι”
Τα βλέπω όλα θολά και δεν μπορώ να διακρίνω, μπροστά μου κάθονται και άλλοι άνθρωποι, σηκώνομαι να δώ καλύτερα αλλά ένα τύπος, άγνωστος και αυτός, μου λέει κάπως άκομψα για την συγκεκριμένη ώρα, αλλά και για τον χαρακτήρα μου, να καθίσω κάτω. Την ίδια στιγμή κάποιος φωνάζει το εξής ή τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται εμένα: “Χρίστο αν δεν σταματήσει ο κόπανος θα τον γαμ...”.
Η πρώτη απο τις ομάδες που πρόσεξα πριν λίγο έχει περίεργη εμφάνιση. Οι άνθρωποι που την απαρτίζουν είναι σχετικώς μεγάλοι σε ηλικία, φοράνε όλοι τους μεγάλα καπέλα με φτερά και ακόμη περίεργα γυαλιά και πλαστικές μύτες, έχουν δε, τσιγκελωτά μουστάκια. Κρατάνε λάβαρα με κάτι τεράστιους άλλα και συνάμα περίεργους θυρεούς. Σε ένα εξ αυτών διακρίνω κάτι κίτρινα πράγματα στο κέντρο, μάλλον μπανάνες, με την εξής περιγραφή “ΟΡΕΙΝΕΣ”. Στο δεύτερο διακρίνω ένα μεγάλο δέντρο, μοναχικό, μάλλον μηλιά. Στο τρίτο δε, η περιγραφή παραξενεύει ακόμα και αυτόν που το έφτιαξε: Συρματόπλεγμα γύρω-γύρω περικλείει δυο-τρεις κρεμάλες με φόντο ένα τοπίο ορεινό και από κάτω γράφει, “ΖΕΣΤΗ ΦΑΣΟΛΑΔΑ-ΑΦΟΙ ΚΟΥ../..ΣΗ”
Η δεύτερη ομάδα είναι πιο ολιγάριθμη. Αποτελείται από νεώτερα άτομα που φορούν κόκκινα και μαύρα και κρατάνε τεράστιες σημαίες. Η σημαίες τους είναι πιο απλές από εκείνες της άλλης ομάδας. Είναι κόκκινες και έχουν ένα θυρεό με ένα δρεπάνι πάνω από ένα τόπο στον οποίο ηγεμονεύει ένας τεράστιος μαύρος βράχος. Ακόμα υπάρχει ένα σφυρί στραμμένο προς κάτι απροσδιόριστο από την θέση που βρίσκομαι.
Ο μεγάλος Πλάτανος του χωριού βρίσκεται στα μάτια μου πολύ πίσω και από τις δύο ομάδες, σαν να στέκεται απόμακρος. Τώρα οι φωνές έχουν σταματήσει και όλοι όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους κάπως απομακρυσμένους από αυτά, περιμένουν να μαντέψουν την επόμενη κίνηση κάθε μιας. Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι που δεν ασχολούνται καθόλου, μερικοί εξ αυτών με αρχηγό κάποιον ντυμένο στα κίτρινα παίζουν χαρτιά ενώ κάποια άλλα νεότερα πρόσωπα με μπροστινό κάποιον με κοτσίδα, περπατούν ρυθμικά γύρω από κάποιον που παίζει ένα μουσικό όργανο. “Οκ Γιώργο εγώ δεν μπορώ να καταλάβω τι μου γίνεται από την νύστα, εσύ όμως δεν μπορείς να τσακ... να μου φέρεις τον γ..καφέ;” αναλογίζομαι. Τώρα αρχίζω να υψώνω την φωνή μου και καθώς όλο και συνεχίζω να φωνάζω αναζητώντας τον Γιώργο με μεγαλύτερα νεύρα, οι πελάτες γύρω μου αρχίζουν να χάνονται. Μάλιστα ψιθυρίζω μέσα μου...Τότε χωρίς λόγο ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού αρχίζει να με κυνηγάει μαινόμενος. Αρχίζω και εγώ να τρέχω προς το άνοιγμα που χωρίζει τις δυο ομάδες στο κέντρο της πλατείας. Εκείνη την ώρα οι δυο τους είναι σε τροχιά σύγκρουσης. Από την μεριά των νεαρότερων πρωτοστατούν 2-3 κοπελιές που κραδαίνουν απειλητικά τα καδρόνια προς την αντίπαλη, τώρα, ομάδα και ένας ακόμα νεαρός που έχει σηκώσει σε μια περίεργη στάση το πόδι του. Μια ακόμη κοπελιά κοιτάζοντας στα μάτια ένα κύριο από την άλλη πλευρά, έχει καταφέρει να δημιουργήσει με τις υπεράνθρωπες διανοητικές δυνατότητες της ένα πυρηνικό μανιτάρι. Καταφέρνω και περνάω ανάμεσα τους την ύστατη στιγμή και τώρα τρέχω προς την κατεύθυνση της εκκλησίας. Πίσω οι μαινόμενοι χωριανοί έχουν χαθεί πια και το τοπίο έχει πάρει εντελώς διαφορετική όψη από αυτή που περίμενα.
Είμαι στο εκκλησάκι που ονομάζουμε Σταυρό. Εκεί βρίσκεται ο Γιώργος, τον πετυχαίνω την στιγμή που ολοκληρώνει την τοποθέτηση ενός βιτρό. Το βιτρό αναπαριστά ένα ορεινό χωριό πνιγμένο στο φώς ενώ το έχει αγκαλιασμένο μέσα στα κλαδιά του ένας γέρο-πλάτανος. “Περίμενε σε έχω έτοιμο”, μου λέει ο Γιώργος. Την στιγμή που ολοκληρώνει την εργασία του, βγάζει από κάπου ένα ποτήρι καφέ “μέτριο έτσι;” ρωτάει, “Ναι” του απαντάω, “κάλιο αργά παρά ποτέ!!” Την στιγμή που μου το δίνει όντας σε μια σκάλα από πάνω μου, βλέπω και ένα μικρό σφυράκι να έχει πάρει ήδη κατεύθυνση στραμμένη προς το μέρος μου.
ΩΧ!!!!!

1 σχόλιο: